«Οι Κυριακές, το Καλοκαίρι» της Μαριαλένας Σεμιτέκολου – Βουτιά στην απτή πραγματικότητα

Περίληψη: Η Μαριαλένα Σεμιτέκολου συστήνεται στο ελληνικό κοινό με ένα προσεγμένο βιβλίο γεμάτο τρυφερότητα. Η γραφή της είναι...

Η Μαριαλένα Σεμιτέκολου συστήνεται στο ελληνικό κοινό με ένα προσεγμένο βιβλίο γεμάτο τρυφερότητα. Η γραφή της είναι παιγνιώδης και σαγηνευτική με ενάργεια και αμεσότητα. Επιχειρεί να παρουσιάσει κάθε πτυχή και λεπτομέρεια - που αποτελεί το «κρύσταλλο του όλου» κατά τον Βάλτερ Μπένγιαμιν - των Κυριακών το καλοκαίρι, αναμετριώμενη με τις δικές της αναμνήσεις και τα δικά της καλοκαίρια. Καλοκαίρια ζεστά, καλοκαίρια ανήσυχα, καλοκαίρια με αμφιβολίες και αναζητήσεις που ταιριάζουν κάθε φορά στην εκάστοτε ηλικία. Καλοκαίρια απρόβλεπτα, στην τελική...
Ανοίγει τα μάτια της απότομα, το σεντόνι κολλημένο πάνω της, το μαξιλάρι να βράζει, το ρολόι να δείχνει δέκα και είκοσι, και η ησυχία του δρόμου να προμηνύει μια ελαφρώς δυσοίωνη Κυριακή.
Οι «Κυριακές, το καλοκαίρι» είναι ένα βιβλίο πρωτοποριακό ως προς την προσέγγιση και έξυπνο ως προς τη φόρμα. Με μικρές εναλλαγές ύφους προσπαθεί κατά μία έννοια να αναπλάσει και να μεταμορφώσει το καλοκαίρια μας, ειδικά αυτά τα γεμάτα προβληματισμό και δυσκολίες καλοκαίρια των τελευταίων ετών. Διερευνεί στάσεις, προκαταλήψεις, όνειρα και απογοητεύσεις, προκειμένου να επανεισάγει αθέατα και απόκοσμα μονοπάτια στην καλοκαιρινή ραστώνη.Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και μελαγχολικό, με την έννοια πως μας κάνει να αναρωτιόμαστε για τον αριθμό των ανθρώπων που έχουν τη δυνατότητα στη σημερινή Ελλάδα να κάνουν διακοπές, έστω και μίας εβδομάδας. Λίγοι λένε οι στατιστικές, ακόμη πιο λίγοι λέει η πραγματικότητα γύρω μας. Γι' αυτό, άλλωστε, οι εικόνες που πλάθει η Μαριαλένα Σεμιτέκολου δεν έχουν να κάνουν με εξωτικά μέρη και προορισμούς, αλλά με την απτή πραγματικότητα - με την παραμονή στην πόλη, στο χωριό, σε κάποιο εξοχικό φίλου ή συγγενή, με αυτό που υπάρχει και στο οποίο υπάρχουμε εκόντες άκοντες.
Οι πολυκατοικίες είναι κτήρια αλλόκοτα. Τα καλοκαίρια με τις μεγάλες ζέστες ανεβάζουν πυρετό και νοσούν. Οι ένοικοι κλείνουν τα παντζούρια τους και τις εγκαταλείπουν σε ένα άηχο, εμπύρετο παραλήρημα.
Παράλληλα - ίσως κάπως υποδόρια, ίσως πάλι εμπρόθετα - εμφιλοχωρεί στο βιβλίο ο γνωστός διαχωρισμός του τουρίστα από τον ταξιδιώτη, με την έννοια πως ο δεύτερος αρκείται στο να περιπλανιέται και ίσως δεν επιστρέψει και ποτέ, νοερά τουλάχιστον. Αυτό λείπει από τα καλοκαίρια μας, να αισθανθούμε ξανά ταξιδιώτες, πλάνητες μίας εποχής στην οποία καιροφυλακτούν σπέρματα πρωτόγονων συγκινήσεων. Για να μην οδηγηθούμε στην παραίτηση και βουλιάξουμε στο τέλμα της αχανούς καθημερινότητας.
Ακουμπάει σκυφτά στην κουπαστή του μπαλκονιού και κοιτάζει την γκρίζα θάλασσα από κάτω της, παριστάνοντας τον επιβάτη. Ψάχνει μια υποψία αέρα, τη γραμμή κάποιου ορίζοντα, το σημάδι ότι το τσιμεντένιο καράβι πλέει προς έναν προορισμό.
Αν μη τι άλλο, το καλοκαίρι είναι συνδεδεμένο με την ελπίδα, με την προσμονή ενός καλύτερου χειμώνα, με ένα νέο ξεκίνημα. Ακόμα κι αν αυτό φαντάζει δύσκολο μέσα σε έναν κατακερματισμένο, πολυδαίδαλο και ακατάληπτο κόσμο, όπως είναι ο σημερινός.Η Μαριαλένα Σεμιτέκολου τα γνωρίζει όλα αυτά, γι' αυτό και επιμένει στο καλοκαίρι, την εποχή του έρωτα και της ανεμελιάς. Επιμένει με έναν τρόπο σκιερό και ονειροπόλο, που ταυτόχρονα μοιάζει πιο ρεαλιστικός από οποιονδήποτε άλλον. Ως ψυχολόγος, ψάχνει να εξωραίσει τις ρωγμές που υπάρχουν μέσα στον καθένα μας. Για να τις ανακατέψει και να τις συνθέσει από την αρχή. Με άλλα υλικά ή μπορεί πάλι και με τα ίδια, αλλάζοντάς τους σειρά.Φενάκη; Ίσως... Τα καλοκαίρια θα δείξουν... Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ίκαρος και θα το βρείτε στο Public.

Παναγιώτης Κολέλης, συγγραφέας