«24» του Γιάννη Γορανίτη – Το Ταξίδι τώρα ξεκινάει

Περίληψη: Παραμέναμε ακίνητοι έξω από τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο με πόδια άκαμπτα και σώμα που δεν έλεγε...

Παραμέναμε ακίνητοι έξω από τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο με πόδια άκαμπτα και σώμα που δεν έλεγε να υπακούσει στα κελεύσματα του μυαλού μας. Η πινακίδα μπροστά μας έγραφε με μεγάλα γράμματα «ΚΗΦΙΣΙΑ» και το ρολόι ήταν σταματημένο στις δέκα και δέκα. Ένα μειδίαμα σχηματίστηκε αμυδρά στο πρόσωπό μας, προσπαθώντας ασυναίσθητα να μιμηθεί το «σφηνωμένο χαμόγελο» του ρολογιού. Ακούσαμε τον συρμό να πλησιάζει. Προχωρήσαμε με βήματα αργά και σταθερά. Μπροστά μας βρισκόταν ο Γιάννης Γορανίτης, που μας καλούσε να γίνουμε πρωταγωνιστές στις ιστορίες του. Να στριμωχτούμε στα καθίσματα, να πιαστούμε από τη χειρολαβή, να κοιτάξουμε καχύποπτα δεξιά και αριστερά, να νιώσουμε πως είναι να είσαι «αόρατος», να πονάς, να πιστεύεις πως όλο και κάποιος θα βρεθεί να σε σώσει, να έχεις όνειρα, να θέλεις να αγαπήσεις, να θέλεις να σταθείς στα πόδια σου, να βλέπεις τον εαυτό σου να πέφτει και να μην έχεις κουράγια να ξανασηκωθεί.Απ’ όλα δεν έχει αυτός ο κόσμος, άλλωστε;
Οι ξύπνιοι είναι μια άλλη, ενδεχομένως πιο πονεμένη ιστορία. Αλλά δεν έχει και τόση σημασία πια.
Το «24» είναι μία σπονδυλωτή συλλογή διηγημάτων, όπου μπορούμε να αισθανθούμε την αναπνοή του συγγραφέα και να ακούσουμε την καρδιά των ανθρώπων που συναντά να χτυπάει σε κάθε στάση του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου.Με νηφαλιότητα και οξυδέρκεια, διεισδύει αριστοτεχνικά στις ψυχές των ανθρώπων που συναντά στον ηλεκτρικό, χωρίς διάθεση κριτικής, αλλά προσπαθώντας να κατανοήσει και να συναισθανθεί τις κραυγές τους. Κραυγές απόγνωσης, κραυγές αγωνίας, κραυγές παραίτησης και θυμού. Πάνω απ’ όλα, όμως, κραυγές που θέλουν κάπου ν’ ακουμπήσουν, να ξαποστάσουν, να πάρουν δυνάμεις και ύστερα να ξεχυθούν ξανά στον αγώνα της επιβίωσης. Μία επιβίωση που ταλαντεύεται ανάμεσα σε αυταπάτες – «επί χούντας, καλέ, μια χαρά περνάγαμε» ή «στο Άγιο όρος που λες, έχει κρύψει ο Πούτιν το υπερόπλο» - σε τρομοκρατικές ενέργειες, σε απεργίες, σε προσευχές, σε καχυποψία, σε έρωτες και σε ντροπή. Όλο αυτό το ετερόκλητο αμάλγαμα από συναισθήματα αποτελεί ένα άγνωστο περιβάλλον, που οφείλουμε να ιχνηλατήσουμε χωρίς φόβο – ή έστω μαζί με το φόβο μας – για να δημιουργήσουμε κάτι καινούργιο. Τι; Κανένας δεν γνωρίζει. Αυτή η διαδρομή στον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο μοιάζει να μην έχει αρχή και τέλος. Τα όρια του αρχικού και τελικού σταθμού δείχνουν να είναι πολύ μικρά για να χωρέσουν τους χτύπους μίας κοινωνίας που αλλάζει
Ούτε που θα καταλάβεις για πότε θα συνωστίζεσαι σε γεμάτα βαγόνια, για πότε θα μετακινείσαι άσκοπα σε μια πόλη που δεν σ’ έχει ανάγκη.
Παρότι, λοιπόν, όλοι ζούμε μία κοινή κατάσταση, τη ζούμε διαφορετικά, ο καθένας με τις δικές του αφετηρίες, με τις δικές του σταθερές και με τα δικά του βιώματα. Ο συγγραφέας τα γνωρίζει όλα αυτά, γι’ αυτό και φτιάχνει χαρακτήρες όπως ο Λέκα από την Αλβανία, που από θύμα διεκδικεί να γίνει θύτης. Και δεν είναι μόνο αυτός… κι άλλοι δείχνουν να ξεχνάνε εύκολα, να τάσσονται υπέρ μία ουδετερότητας που κρύβει φόβο και δειλία, να μετατρέπονται απλώς σε σκιές που ακροβατούν μεταξύ του «πάλι καλά» και του «όλοι ίδιοι είναι».Εδώ, όμως, κρύβεται και η μεγαλύτερη παγίδα
Ο άνδρας πέφτει. Κάθετα, σαν δέντρο που μόλις το πριόνισαν. Τα κεφάλια στρέφονται προς το μέρος του, κανείς όμως δεν σκύβει να τον βοηθήσει.
Ο συγγραφέας μας συστήνεται στην πεζογραφία με ένα βιβλίο στέρεο και στιβαρό, με ενέσεις αδρεναλίνης και σπέρματα υπαρξιακής αγωνίας, τη στιγμή που μοιάζει να έχει σαν προμετωπίδα τη φράση του γάλλου φιλοσόφου, Άλμπερ Καμύ: «το χειρότερο δεν είναι η πανούκλα, αλλά να συνηθίσεις την πανούκλα». Το «θα συνηθίσεις» είναι το πρώτο κακό που μπορούμε να κάνουμε στον εαυτό μας. Το δεύτερο είναι να πιστέψουμε πως δεν υπάρχει εναλλακτική, πως «δεν υπάρχει αλλού». Αν δεν υποπέσουμε σε αυτό το διπλό λάθος, τότε μπορούμε να προχωρήσουμε παρακάτω και να εμφιλοχωρήσουμε στην φράση του γαλλορουμάνου φιλοσόφου, Εμίλ Σιοράν: «να αρνείσαι. Τίποτα καλύτερο για να χειραφετηθεί το πνεύμα». Ας αρνηθούμε, λοιπόν. Ακόμα κι αν πρόκειται για την προκαθορισμένη πορεία του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου. Αλήθεια, τι είναι προκαθορισμένο και τι όχι σε αυτή τη ζωή;Ο Γιάννης Γορανίτης είναι δημοσιογράφος. Τον Ιούνιο του 2018 κέρδισε το βραβείο «Πρωτοεμφανιζόμενος στην πεζογραφία» του περιοδικού «Ο Αναγνώστης» για το «24» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη και θα το βρείτε στο Public. Διαβάστε τη συνέντευξη που παραχώρησε στο Public Blog.

Παναγιώτης Κολέλης, συγγραφέας