13 Μαρτίου , 2018 • 4 MINS READ
Η μεγάλη αλλαγή της σύγχρονης Τουρκίας
Περίληψη: “Η πρόσφατη σύλληψη δύο Ελλήνων στρατιωτικών στα ελληνοτουρκικά σύνορα από τους Τούρκους, η απόφαση να...
“Η πρόσφατη σύλληψη δύο Ελλήνων στρατιωτικών στα ελληνοτουρκικά σύνορα από τους Τούρκους, η απόφαση να δικαστούν και η παράταση της εκκρεμότητας της δίκης τους, θα μπορούσαν να ειδωθούν ως μεμονωμένο περιστατικό. Θα μπορούσαν όμως να ειδωθούν και ως μέρος, ως μια μικρή κίνηση, μιας παρτίδας σκακιού για δεινούς παίκτες η οποία παίζεται στον ευρύτερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και περιλαμβάνει, εν μέρει, και τη χώρα μας.
Στο βιβλίο του «Τουρκία, Ισλάμ, Ερντογάν», ο διεθνολόγος Κωνσταντίνος Φίλης εξηγεί σε βάθος το τι συμβαίνει στη σημερινή Τουρκία. Και αυτό όχι με επίκεντρο τις ελληνοτουρκικές σχέσεις αλλά μιλώντας για το πώς η ίδια η Τουρκία βλέπει τη γεωπολιτική της θέση στην περιοχή, αλλά και το πώς αναμορφώνει, αυτή τη στιγμή, την ίδια της την ταυτότητα. Πρόκειται για μικρό σε έκταση βιβλίο, περίπου εκατό σελίδων, που ανήκει στη σειρά των εκδόσεων Παπαδόπουλος «Μικρές εισαγωγές», με κείμενα ειδικών για θέματα που μας απασχολούν και έχουν να κάνουν με τη διεθνή κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα.
Όπως εξηγεί ο Κωνσταντίνος Φίλης, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που κυβέρνησε ως πρωθυπουργός από το 2003 έως το 2014 και έκτοτε αναρριχήθηκε στη θέση του προέδρου, φροντίζοντας μάλιστα να ενισχύσει τις εξουσίες του με δημοψήφισμα τον Απρίλιο του 2017, θα αφήσει πολύ μεγάλο αποτύπωμα στη σύγχρονη τουρκική ιστορία. Αν ξεπεράσει μάλιστα και το σκόπελο των εκλογών του 2019, καταφέρνοντας να είναι εκείνος που, ως πρόεδρος, θα γιορτάσει τα 100 χρόνια από την ίδρυση του σύγχρονου τουρκικού κράτους το 2023, είναι βέβαιο πως θα φτάσει να αναγορευτεί ως ο σημαντικότερος Τούρκος πολιτικός μετά τον Κεμάλ, ακόμη περισσότερο επειδή θα είναι εκείνος που θα έχει αλλάξει την κεμαλική φυσιογνωμία της χώρας.
Γιατί ο στρατηγικός στόχος του Ερντογάν ήταν αυτός: να νικήσει τις δυνάμεις του πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου που ήταν και οι φρουροί της κεμαλικής παράδοσης, στρέφοντας την Τουρκία σε ένα άλλο πολύ πιο ανατολίτικο παράδειγμα. Από τον δυτικόστροφο Κεμάλ κράτησε – προς τον παρόν – κάποιες βασικές αρχές του δυτικού συστήματος δικαίου, δεν κράτησε όμως το κοσμικό κράτος, προάγοντας τις ισλαμικές κοινωνικές αξίες ενός λαού που, είναι μεν ως προς αυτό διχασμένος, πλειοψηφικά όμως είναι πολύ ευσεβής.Στην επιτυχία του συγκαταλέγεται το γεγονός ότι κατάφερε να δημιουργήσει για ένα μεγάλο διάστημα ένα τουρκικό οικονομικό θαύμα και, κυρίως, να βγάλει από την οικονομική και κοινωνική περιθωριοποίηση ένα μεγάλο κομμάτι της τουρκικής κοινωνίας, κυρίως από τους πιο φτωχούς και λιγότερο μορφωμένους πληθυσμούς της ενδοχώρας. Σήμερα τα ευρωπαϊκά ήθη δέχονται επίθεση, με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε άμυνα άνθρωποι που δεν κάνουν κάτι παραπάνω από το να πάνε σε ένα μπαρ και να καταναλώσουν αλκοόλ, ή άνθρωποι που δεν συμφωνούν με την ιδέα μιας κοινωνίας όπου οι γυναίκες μένουν σπίτι και απαγορεύεται να κάνουν έκτρωση.
Στο βιβλίο αναλύονται με απλό τρόπο οι πολλαπλές διαστρωματώσεις και διαχωριστικές τομές της τουρκικής κοινωνίας και οι ραγδαίες αλλαγές προς ένα άλλο μοντέλο θρησκευτικότερο και νεοοθωμανικό. Η τάση απομάκρυνσης από τη Δύση λαμβάνεται υπόψη από χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία με τις οποίες οι εντάσεις βαίνουν αυξανόμενες, ωστόσο ακόμα δεν πιθανολογείται μία οριστική ρήξη του Ερντογάν με τη Δύση. Παρά την αντιδυτική ρητορική του, δεν μπορεί παρά να λάβει υπόψη ότι το 80% των άμεσων ξένων επενδύσεων προέρχεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Δύση, από την άλλη, εξακολουθεί να θεωρεί κομβικό το ρόλο της Τουρκίας και να μη σπεύδει να κλιμακώσει τον ακήρυχτο πόλεμο, ακόμα και τώρα που ο Ερντογάν έχει συμμαχήσει με «εχθρούς» της, όπως η Ρωσία και το Ιράν. Η θέση της Τουρκίας ως προκεχωρημένο φυλάκιο του ΝΑΤΟ σε μια εμπόλεμη ζώνη είναι αποφασιστικής σημασίας αλλά και ο ρόλος της ως ενεργειακού διαδρόμου που παρακάμπτει τη Ρωσία είναι επίσης ζωτικός. Βέβαια η ασταθής ισορροπία των σχέσεων Τουρκίας – Δύσης οδηγεί σε εξέταση και ενδεχόμενου τρίτου ενεργειακού διαδρόμου από την Ανατολική Μεσόγειο προς την Ευρώπη, εξ ού και η αναβάθμιση του ελληνικού ρόλου, η έλευση του 6ου Στόλου κοντά στην Κύπρο κ.λ.π.
Βρισκόμαστε λοιπόν στο κρίσιμο εκείνο σημείο όπου η ερντογανική στρατηγική, που θέλει την Τουρκία εγγυητή όλου του Ισλάμ στην περιοχή του, τουλάχιστον, και των περιοχών που άλλοτε ανήκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και χάθηκαν για την Τουρκία με τη Συνθήκη της Λωζάννης, έχει βρεθεί μπροστά στις ακραίες της συνέπειες. Υποστηρίζοντας τους Άραβες χάνει το Ισραήλ, υποστηρίζοντας, ίσως ως αντιστάθμισμα απέναντι στις ΗΠΑ, την ανατροπή του Άσαντ έχασε πόντους στο κουρδικό – όπου ο Άσαντ θα ήταν ίσως σύμμαχός της – χωρίς να κερδίσει τίποτα στη Συρία (και χωρίς να αποτρέψει την ουσιαστική ενοποίηση του κουρδικού χώρου Τουρκίας και Συρίας), αφού οι νέοι του φίλοι Ρώσοι υποστήριξαν τον Άσαντ και κέρδισαν την παραμονή του στην εξουσία, έστω και σε μια Συρία κουτσουρεμένη. Η στρατηγική λοιπόν του Ερντογάν έχει κέρδη αλλά και πολλές απώλειες, καθώς το όραμά του να καταστήσει την Τουρκία πρωταγωνιστή του ισλαμικού κόσμου και μια δύναμη σημαντική οικονομικά και στρατιωτικά, που να τη σέβονται όλοι περισσότερο από ό,τι σήμερα, προσκρούει στην ανάμιξη, στην περιοχή, δυνάμεων μεγαλύτερων από τη δική του. Με αυτή την έννοια, η σύλληψη των Ελλήνων στρατιωτών μπορεί να είναι και ένα είδος βρυχηθμού της Τουρκίας όχι μόνο προς την Ελλάδα που προσπαθεί να επωφεληθεί από τα ενεργειακά κοιτάσματα της Κύπρου και της Ανατολικής Μεσογείου ευρύτερα, αλλά και προς μεγαλύτερες της Ελλάδας δυνάμεις, ακόμη και προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, που ακολουθεί μαζί της πολιτική μαστίγιου και καρότου. Το πιθανότερο λοιπόν είναι ότι, όπως και στη Συρία όπου δεν μπορεί να κάνει αυτά που θα ήθελε, έτσι και προς Δυσμάς η γειτονική χώρα θα μείνει περισσότερο στα λόγια παρά στα έργα. Παρότι βασιλιάς της ζούγκλας, το λιοντάρι δεν μπορεί να νικήσει όλα τα άλλα ζώα, ιδίως τα υπερμεγέθη.„