3 Μαρτίου , 2016 • 7 MINS READ
"Ολέθρια Σχέση": Η Ελένη Βαηνά μας μιλά για το νέο της βιβλίο!
Περίληψη: "Όλα τα καλά βιβλία έχουν κάτι κοινό: είναι πιο αληθινά απ’ ό,τι αν είχαν συμβεί...
"Όλα τα καλά βιβλία έχουν κάτι κοινό: είναι πιο αληθινά απ’ ό,τι αν είχαν συμβεί πραγματικά.", είχε πει κάποτε ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ. Αυτή τη φράση θα θυμηθεί όποιος αποφασίσει να διαβάσει το νέο βιβλίο της Ελένης Βαηνά με τίτλο «Ολέθρια σχέση», ένα μυθιστόρημα που φαντάζει πιο αληθινό και από μια πραγματική ιστορία. Πώς όμως μπορείς να καταφέρεις κάτι τέτοιο; Με αφορμή την παρουσίαση του νέου της βιβλίου στα Public Τσιμισκή (Παρασκευή 4 Μαρτίου) και Public Συντάγματος (Τετάρτη 9 Μαρτίου), αποφασίσαμε να μάθουμε τα μυστικά που κρύβονται πίσω από τη συγγραφή του βιβλίου από την ίδια τη συγγραφέα!"Η «Ολέθρια σχέση» μου κούνησε το δάχτυλο μπροστά στο πρόσωπο, με προκάλεσε στην κυριολεξία. Κάθε φορά που άκουγα το επόμενο επεισόδιο των εχθροπραξιών από τον άνδρα και κατοπινό ήρωα του βιβλίου μου, έμενα άφωνη. Αρχικά μου φαίνονταν απίστευτα αυτά που λάμβαναν χώρα με αυτουργό την πρώην σύζυγο και όσα σατανικά σκαρφιζόταν για να τον απομυζεί οικονομικά και ταυτόχρονα να τον αποξενώνει από το παιδί του. Θυμάμαι ένα μεσημέρι στο γραφείο του, αυτό το γραφείο με την καταπληκτική θέα στο λιμάνι του Πειραιά. Ανίδεη για όσα θα άκουγα, χτύπησα την πόρτα και, αντί κάποιας γραμματέα, άνοιξε ο ίδιος, την είχε ξαποστείλει, όπως μου είπε γελώντας. Το υπόλοιπο προσωπικό δεν τολμούσε ούτε να σηκώσει τα μάτια, ούτε καν να κουνηθεί από τις καρέκλες που κάθονταν.[caption id="attachment_29718" align="aligncenter" width="640"] Το νέο μυθιστόρημα της Ελένης Βαηνά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα[/caption]Ήταν αγριεμένος και έβριζε τους πάντες, εγώ κάθισα στην άκρη του καναπέ μουδιασμένη, χωρίς να τολμώ να θίξω τον λόγο για τον οποίο είχα βρεθεί εκεί. Προφανώς ήταν η πιο ακατάλληλη στιγμή για να ζητήσω την εξόφληση ενός τιμολογίου που ήταν σε εκκρεμότητα. Αυτός, σε έξαλλη κατάσταση, εμφανώς μεθυσμένος, επαναλάμβανε ξανά και ξανά, «μόνο νεκρή θα σταματήσει να με βασανίζει». Έστρεψε το βλέμμα του επάνω μου και είπε με έναν περίεργο τόνο στη φωνή του, «θα τη σκοτώσω, δεν ξεμπλέκω με δαύτη διαφορετικά». Μετά έβαλε τα γέλια. Είχε πιεί κάμποσα ουίσκι μέσα στο καταμεσήμερο και ήταν έτοιμος να πάει στο διαμέρισμά της για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Ήμουν η αιτία της καθυστέρησης άραγε; Δεν θα το μάθω ποτέ. «Σε είδα και ένιωσα την ανάγκη να σου μιλήσω, δεν ξέρω αν ήταν η στιγμή ή εσύ που το προκάλεσες έτσι όπως με κοιτούσες απορημένη», μου είπε χρόνια μετά.Δεν ξέρω τον λόγο που ανοίχτηκε σε μένα, ίσως να εμπνέω τους ανθρώπους γιατί κατά καιρούς είμαι η «εξομολόγος» τους. Συζητήσαμε αρκετή ώρα και πιστεύω ότι η τυχαία παρουσία μου εκείνη τη μέρα εκεί, ίσως να αποσόβησε ένα έγκλημα εν βρασμώ ψυχής. Στην αρχή ένιωσα παγιδευμένη σε μια άβολη κατάσταση και, κοιτώντας το ρολόι μου, έψαχνα μια δικαιολογία για να φύγω τρέχοντας, όμως η απόγνωση και ο θυμός που διέκρινα στο βλέμμα του μου κέντρισαν το ενδιαφέρον· όσο περνούσε η ώρα ήθελα να μάθω και άλλες λεπτομέρειες. Ήταν φοβερό, είχα μπροστά μου έναν άνθρωπο έτοιμο να κάνει φόνο. Άρχισα να διακόπτω τον χειμαρρώδη μονόλογό του με ερωτήσεις έτσι ώστε να καταλάβω τι γινόταν και να πω εντέλει κάτι που δεν θα τον ερέθιζε παραπάνω, αντίθετα θα τον ηρεμούσε. Πέρασε έτσι πολλή ώρα, πήρε να βραδιάζει και πείνασα. Το είπα αυθόρμητα και ξαφνικά είδα έναν άλλον άνθρωπο, σήκωσε το τηλέφωνο και ζήτησε να μας φέρουν φαγητό, κρασί και δεν ξέρω τι άλλο. Σιγά σιγά όσο μιλούσε έβρισκε την αυτοκυριαρχία του. Όταν με τα πολλά τόλμησα να πω «και τι θα κέρδιζες αν τη σκότωνες; Θα μείνει ορφανό το παιδί σου και από τους δυο γονείς», εκεί ξεθόλωσε εντελώς το μάτι του και επικράτησε η λογική.[caption id="attachment_29719" align="aligncenter" width="600"] Η συγγραφέας Ελένη Βαηνά[/caption]Τελικά η περιπετειώδης μέρα μου έκλεισε με ένα πολύ όμορφο δείπνο και αρκετή συζήτηση για όσα αφορούσαν το γυναικείο φύλο, με βομβάρδισε με ερωτήσεις σαν να ήθελε οπωσδήποτε εκείνο το βράδυ να σπουδάσει ό,τι είχε να κάνει με τον τρόπο σκέψης και τις αντιδράσεις των γυναικών στο ένα και στο άλλο ζήτημα. Καληνυχτίσαμε ο ένας τον άλλον εγκάρδια εκείνο το βράδυ, σαν να ήμασταν δυο φίλοι από τα παλιά, και κλείσαμε ραντεβού για την επόμενη βδομάδα. «Θα περάσω να δω πώς είσαι», του είπα φεύγοντας. «Πω πω πόσες ώρες σε έχω όμηρο εδώ», μου απάντησε, «ελπίζω να μη με έχεις περάσει για τρελό και δεν εμφανιστείς ποτέ» . Γελάσαμε με την ψυχή μας. Στην επιστροφή, οδηγώντας στην εθνική οδό σκεφτόμουν τα απρόοπτα της μέρας που πέρασε. «Καλά μόνο σε εμένα συμβαίνουν αυτά», είπα σε μια φίλη που τηλεφώνησα το ίδιο βράδυ, θέλοντας και εγώ με τη σειρά μου να αφηγηθώ τα καθέκαστα σε κάποιον. Την επομένη μου τηλεφώνησε και με ρώτησε πώς είμαι. «Μια χαρά», του είπα, «σοφότερη». Ξαναγελάσαμε. Έχοντας την ανάγκη να μιλάει για να ξεσπάει τον πόνο του και την αγανάκτησή του, η τηλεφωνική μας επικοινωνία γινόταν τόσο τακτικά όσες και οι υποτιθέμενες φορές που έβλεπε την κόρη του.Αρκετές φορές γελούσαμε κιόλας, αυτός πικρά… «Μα τι άλλο;» αναρωτιόταν. Άλλες φορές συναντιόμασταν κάποιο μεσημέρι, όταν ο δρόμος με έβγαζε εκεί, και έπαιρνε τηλέφωνο παρουσία μου για να με έχει αυτήκοο μάρτυρα, καλούσε στο κινητό τη μητέρα η οποία δεν το σήκωνε και έβαζε απευθείας την ανήλικη κόρη να απαντήσει κάνοντας η ίδια τον υποβολέα, η φωνή της ακουγόταν τόσο καθαρά από δίπλα και σε τέτοιο σημείο, που έλεγα «μα καλά, τσίπα δεν έχει;». Αυτή του απαντούσε μόνο αν είχε κάποιο οικονομικό θέμα το οποίο το έθετε παρουσία του παιδιού γιατί στη συνέχεια του περνούσε το τηλέφωνο. Το παιδί οκτώ στις δέκα φορές αρνιόταν να δει τον πατέρα του, του έλεγε «δεν θέλω» και αυτός, κλείνοντας στη συνέχεια το τηλέφωνο, καταρρακωμένος μου μιλούσε και τελειωμό δεν είχε. Κάποια στιγμή έβγαλε ένα μεγάλο ημερολόγιο και μου έδειξε γραπτώς όλες τις επικοινωνίες, τηλεφωνικές ή διά ζώσης, όλες τις αρνήσεις, όλα τα απαξιωτικά λόγια, την εριστική στάση, τους χαρακτηρισμούς, όλα του τα συναισθήματα όταν επιτέλους κατάφερνε να δει την κόρη του. Μια οικογενειακή ψυχολόγος τον είχε συμβουλεύσει να κρατάει λεπτομερώς καθετί που αφορούσε την επικοινωνία με την κόρη του και αυτός το έκανε με θρησκευτική ευλάβεια. «Μπορείς να μου δανείσεις το ημερολόγιό σου;» ρώτησα διστακτικά για να πάρω την απάντηση ότι είχε ένα για κάθε χρόνο ζωής του παιδιού του, το οποίο τότε ήταν τεσσάρων ετών.[caption id="attachment_29720" align="aligncenter" width="616"] Το προηγούμενο βιβλίο της Ελένης Βαηνά με τίτλο "Το αύριο αργεί πολύ" αγαπήθηκε πολύ από τους αναγνώστες[/caption]Βρέθηκα λοιπόν με τέσσερα ημερολόγια επάνω στο γραφείο μου και, διαβάζοντάς τα, έγινα έξαλλη κι εγώ. Θύμωσα, όσο δεν είχα θυμώσει ποτέ στη ζωή μου, ίσως γιατί έχω και εγώ παιδιά και θεωρώ ότι δεν έχουν καμιά δουλειά να πληρώνουν τα λάθη των γονιών τους. Να φανταστεί κανείς ότι δεν είχα κανένα δεσμό αίματος και καμία συναισθηματική σχέση με κάποιον από τα εμπλεκόμενα άτομα, και πάλι δεν μπορούσα να ηρεμήσω. Ο δύσμοιρος είχε γραφτεί σε έναν σύλλογο για την προστασία της πατρότητας, το ΣΥΓΑΠΑ, που προς μεγάλη μου έκπληξη αριθμούσε μερικές χιλιάδες μέλη. Μπήκα στη σελίδα τους από περιέργεια και διάβασα αμέτρητες ιστορίες αντίστοιχες. Κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες, αν θέλουν να εκδικηθούν έναν πρώην σύζυγο, είναι ικανές για όλα. Λυπήθηκα τα παιδιά των χωρισμένων γονιών, εκείνων που για κάποιο λόγο τα μετατρέπουν σε θεατές και διαιτητές ταυτόχρονα στις δικές τους φιλονικίες. Θυμήθηκα μια διαφήμιση που έλεγε «χωρίζουμε, αλλά παραμένουμε γονείς», κατάλαβα γιατί έφτασαν να διαφημίζουν το αυτονόητο κατ’ εμέ, μάλλον γιατί αυτό εξελισσόταν σε κοινωνική μάστιγα. Η γνωριμία μου ίσως να μην ξεπερνούσε ποτέ τα όρια της κοινωνικής συναναστροφής, αν δεν είχα βρεθεί εκείνο το μεσημέρι στο γραφείο του ήρωά μου αποτρέποντάς τον από τα χειρότερα και δίνοντας κουράγιο. Όχι μόνο κουράγιο αλλά και το τηλέφωνο ενός σπουδαίου ψυχίατρου που τον βοήθησε στη συνέχεια πάρα πολύ. Βρέθηκα στη μέση της ιστορίας μου και το μόνο που έπρεπε να κάνω ήταν να την αποδώσω με ακρίβεια, όχι περιγράφοντας τα γεγονότα αλλά περιγράφοντας τα συναισθήματα.Διαβάστε εδώ απόσπασμα του βιβλίου "Ολέθρια σχέση"Δεν έχω κάνει τίποτα πιο δύσκολο σε όλη τη συγγραφική μου πορεία. Προσπάθησα στην εξιστόρηση να αποδώσω με ρεαλισμό και ζωντάνια όσα συνέβησαν, όλα τα τραγικά περιστατικά αλλά και τα κωμικά, γιατί υπήρξαν και τέτοια, έχοντας την πρόσθετη δυσκολία να μην καταλάβει ποτέ κανείς σε ποιον αναφέρεται το βιβλίο, μην ξεχνάτε ότι υπάρχει ένα παιδί που δεν έχει ενηλικιωθεί ακόμη, όπως επίσης κανείς δεν θέλει να του αποκαθηλώσει τη μητέρα του. Σε αυτό το παιδί αφιερώνω αυτό το βιβλίο και ας μην του το πω ποτέ. Θα ήθελα τέλος να αφιερώσω το βιβλίο σε όλες τις γυναίκες που, αδέσμευτες ακόμη, θα πρέπει να διαβάζουν αντίστοιχα βιβλία και όχι μόνο, να μελετούν όσα αφορούν τις ανθρώπινες σχέσεις έτσι ώστε, όταν αποφασίσουν να κάνουν οικογένεια, να έχουν την ωριμότητα για να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες. Η βαθιά καλλιέργεια και η συμπαγής προσωπικότητα μιας γυναίκας θα την κρατήσει μακριά από οποιαδήποτε ολέθρια σχέση, αρκεί να τη διαβάσετε, δεν χρειάζεται να τη ζήσετε." Ελένη Βαηνά