7 Σεπτεμβρίου , 2018 • 4 MINS READ
Ο Καρύλ Φερέ, η Αστυπάλαια, οι διακινητές και ο έλληνας εκδότης
Περίληψη: Ο Καρύλ Φερέ έχει επισκεφτεί αρκετές φορές την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Είναι ένας από...
Ο Καρύλ Φερέ έχει επισκεφτεί αρκετές φορές την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Είναι ένας από τους γνωστότερους συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων στη Γαλλία, με πολλά βραβεία, ανάμεσά τους και το Μεγάλο Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας 2008 για το μυθιστόρημά του «Ζουλού», το μόνο από τα επτά μεταφρασμένα στα ελληνικά μυθιστορήματά του που δεν κυκλοφορεί από τις εκδ. Άγρα.
Είναι ένας συγγραφέας του οποίου τα θέματα είναι συχνά εξωτικά, με την έννοια ότι διαδραματίζονται σε πολύ μακρινούς τόπους και αναμιγνύουν και τοπικές φυλές πολύ ξένες από τον δυτικό πολιτισμό στον οποίο και ο ίδιος μεγάλωσε. Δεινός αναζητητής του «άλλου», με άλλα λόγια, ο Φερέ φτάνει μέχρι τη Νέα Ζηλανδία και τους Μαορί (στα «Χάκα», εκδ. Άγρα, 2015, «Ούτου», εκδ. Άγρα 2016) αλλά και στα πέρατα της Λατινικής Αμερικής με το «Κόνδωρ» (εκδ. Άγρα, 2017) που διαδραματίζεται στη Χιλή ή το «Μαπούτσε» (εκδ. Άγρα, 2013) που διαδραματίζεται στην Αργεντινή και έχει να κάνει με την ινδιάνικη αυτή φυλή που αναφέρεται στον τίτλο.Στα βιβλία του αυτά κεντρικό ρόλο βέβαια παίζει το πώς ο δυτικός άνθρωπος μεταχειρίστηκε τους αυτόχθονες λαούς στους τόπους που έφτασε παρείσακτος να τους αποικίσει και να τους εξουσιάσει. Με αυτή την έννοια και το «Ποτέ πια μόνος», που κυκλοφόρησε το 2018 και στη Γαλλία και στην Ελλάδα, και που έχει ελληνικό θέμα, δεν γράφτηκε μόνο γιατί ο Φερέ αγαπάει την Ελλάδα και τον έλληνα εκδότη του. Γράφτηκε και γιατί ο ίδιος ο συγγραφέας μοιάζει να αισθάνεται ότι της Ελλάδας, στα χρόνια της κρίσης, οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες και κυρίως η Γερμανία της συμπεριφέρθηκαν όπως συμπεριφέρονταν κάποτε οι ίδιες πάνω κάτω χώρες στους Ινδιάνους και στους Μαορί. Όσο υπερβολική κι αν θεωρηθεί μια τέτοια θέση, υπάρχουν σίγουρα, τηρουμένων των αναλογιών, κάποια κοινά στοιχεία συμπεριφοράς στους σημερινούς Ευρωπαίους, ιδίως αν το θέμα συνδυαστεί και με το προσφυγικό, όπου πάλι η Ελλάδα έχει κεντρική θέση και στο οποίο η Ευρώπη επίσης δεν μπορεί να είναι περήφανη για τη συμπεριφορά της.
Έτσι, λοιπόν, ο Φερέ συνδυάζει το τερπνόν μετά του ωφελίμου. Φτιάχνει μια συναρπαστική ιστορία που διαδραματίζεται στη γαλλική Βρετάνη (όπου μεγάλωσε ο συγγραφέας), στο Γιβραλτάρ, στην Αθήνα, τον Πειραιά και την Αστυπάλαια. Ένας από τους χαρακτήρες λέγεται Σταύρος (Λάνδης), όπως ο έλληνας εκδότης του (στη Γαλλία βγαίνει από τον Gallimard) Σταύρος Πετσόπουλος και, οποία σύμπτωση, είναι εκδότης και αυτός και έχει σχέση με την Αστυπάλαια, όπου ο εκδότης της Άγρας έχει σπίτι και προφανώς τον έχει φιλοξενήσει. Όλα αυτά είναι αρκετά διασκεδαστικά για τον έλληνα αναγνώστη του βιβλίου, όπως επίσης και οι περιγραφές πραγματικών μπαρ στα Εξάρχεια, η κύρια υπόθεση, όμως, που είναι η παράνομη διακίνηση παράτυπων μεταναστών και προσφύγων δια θαλάσσης, είναι πολύ λιγότερο διασκεδαστική. Ήρωας του βιβλίου είναι ένα πολύ ιδιαίτερο πρόσωπο, ο μονόφθαλμος πρώην αστυνομικός Μακ Κας (τον έχουμε γνωρίσει σε δύο ακόμη βιβλία του Φερέ), προσωπικότητα μηδενιστική, που όπως έχει πει ο ίδιος ο Φερέ σε συνέντευξή του δεν είναι ένας σκληρός με καλή καρδιά, αλλά ένας καλός με σκληρή καρδιά!
Ο Κας έχει μόλις ανακαλύψει ότι έχει κόρη 13 χρονών, του το αποκάλυψε η μητέρα που πάσχει από καρκίνο και φοβάται ότι θα πεθάνει, και είναι μαζί της πρώτη φορά για διακοπές. Στο μεταξύ μαθαίνει ότι ένας παλιός του φίλος, ο Μάρκο, μεταξύ άλλων έμπειρος ιστιοπλόος, σκοτώνεται σε θαλάσσιο ατύχημα κοντά στο Γιβραλτάρ, όταν κατά τα φαινόμενα ένα μεγάλο πλοίο εμβόλισε το καινούριο ιστιοπλοϊκό του που είχε μόλις αγοράσει στην Ελλάδα και το έφερνε στη Βρετάνη. Διαβάζει την είδηση σε εφημερίδα, δεν καταλαβαίνει πώς ο φίλος του μπορεί να την έπαθε έτσι και αποφασίζει να ψάξει το θέμα. Αργότερα θα μάθει ότι στο ιστιοπλοϊκό βρισκόταν και η πρώην γυναίκα του ίδιου του Κας, η Αφρικάνα Ανζελίκ. Η υπόθεση θα τον οδηγήσει στην Ελλάδα, σε κυκλώματα εμπορίας ανθρώπων, που είναι αυτή τη στιγμή πιο κερδοφόρα και από τα ναρκωτικά. Θα πέσει πάνω σε Αλβανούς μαφιόζους και σε Έλληνα μεγαλοεφοπλιστή διακινητή. Καταλαβαίνει ότι δεν επρόκειτο για ατύχημα αλλά για φόνο και φτάνει μέχρι την Αστυπάλαια, όπου και θα καταφέρει να βρει την αλήθεια.Ο Καρύλ Φερέ, εντυπωσιασμένος και ο ίδιος από τη γενική αδιαφορία με την οποία αντιμετωπίζονται οι οδύσσειες και τα μαρτύρια των μεταναστών που, επιπλέον, πνίγονται κατά χιλιάδες στη Μεσόγειο, αποφάσισε να γράψει ένα μυθιστόρημα που περιγράφει όλη αυτή την απίστευτη τραγωδία. Εξηγεί πώς ένα ολόκληρο σύστημα καταφέρνει να χειραγωγήσει την κοινή γνώμη, ώστε να μην ασχολείται με τα θέματα αυτά, αποκλείοντάς τα από τους ορίζοντές της, να συνηθίσει δηλαδή στην ιδέα ότι ο νέος κόσμος που ετοιμάζεται «δεν είναι για όλους, να καθιερώσει αυτό το νέο σύνορο και να το υπερασπιστεί». Μιλάει όμως και για την ελληνική αλληλεγγύη λέγοντας μάλιστα ότι και ο Πρίμο Λέβι είχε γράψει ότι στο Άουσβιτς, οι περισσότερο αλληλέγγυοι κρατούμενοι ήταν οι Έλληνες εβραίοι.
Ταυτόχρονα μιλάει για πρόσωπα και πράγματα της σύγχρονης Ελλάδας, για τα μνημόνια, για την Τρόικα και το ΤΑΪΠΕΔ που ξεπουλάνε τη χώρα, για την Cosco που πήρε το λιμάνι, τη Fraport που πήρε τα αεροδρόμια αφού το ΤΑΪΠΕΔ είχε σύμβουλο τη Lufthansa Consulting. Περιγράφει και άλλα πρόσωπα της πολιτικής ζωής, κάποιο λ.χ. έχει κοινά στοιχεία με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου ενώ ο Γιάνης Βαρουφάκης αναφέρεται ονομαστικά! Τα πολιτικά σκάγια δε πηγαίνουν προς πολλές κατευθύνσεις.
Καμιά φορά γίνεται λίγο φλύαρος ο συγγραφέας, ίσως και δημοσιογραφικά διδακτικός, δεν λείπουν ούτε οι υπερβολές στους χαρακτήρες, ωστόσο η ιστορία του παραμένει εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μέχρι το τέλος ενώ και η ματιά του απέναντι στα μεγάλα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα δεν είναι καθόλου επιφανειακή. Άλλωστε, όπως και πάλι ο ίδιος ο Καρύλ Φερέ έχει πει αλλού, σε αυτό το βιβλίο η θάλασσα όπως παρουσιάζεται «δεν είναι η θάλασσα των καρτ ποστάλ αλλά η φονική θάλασσα που βυθίζει». Και «το να πλέεις στη Μεσόγειο σήμερα είναι σαν να πλέεις σε νεκροταφείο».