Πάμπλο Εσκομπάρ: Όταν η πραγματικότητα ξεπερνάει τη φαντασία

Περίληψη: "Ο Πάμπλο Εσκομπάρ θεωρείται ο πιο πλούσιος εγκληματίας που υπήρξε ποτέ. Τα νούμερα που έχουν...

"Ο Πάμπλο Εσκομπάρ θεωρείται ο πιο πλούσιος εγκληματίας που υπήρξε ποτέ. Τα νούμερα που έχουν να κάνουν με την περιουσία του και έχουν κατά καιρούς παρουσιαστεί δεν συμφωνούν μεταξύ τους και, προφανώς, είναι μάλλον όλα ανακριβή, ωστόσο φαίνεται ότι πράγματι υπήρξε ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο κάποια στιγμή, τη δεκαετία του 1980. Ο Εσκομπάρ, όπως και άλλοι κολομβιανοί έμποροι ναρκωτικών της εποχής, «μυρίστηκε» την υπόγεια επιθυμία για κατανάλωση κοκαΐνης στις πλούσιες χώρες, ιδίως στις ΗΠΑ, από την αστική και μεγαλοαστική τάξη, κυρίως, και εκμεταλλεύθηκε τις τεράστιες αδυναμίες των τότε συστημάτων φύλαξης των συνόρων πιάνοντας στον ύπνο τις αρμόδιες αρχές τόσο της Κολομβίας όσο, ακόμα περισσότερο, των ίδιων των Ηνωμένων Πολιτειών. Έφτασε μάλιστα κάποια στιγμή να μεταφέρει στις ΗΠΑ ασύλληπτες ποσότητες, κάπου 70 τόνους κοκαΐνης το μήνα. Τα αφηγείται όλα αυτά με τον δικό του τρόπο ο γιος του, που θα βρεθεί αυτές τις μέρες για πρώτη φορά στην Αθήνα. Θα παρουσιάσει το βιβλίο του «Πάμπλο Εσκομπάρ: Ο πατέρας μου» (εκδ. Μίνωας) στα καταστήματα Public Θεσσαλονίκης και Αθήνας. Την Τρίτη 21/3 στις 7 το βράδυ θα μιλήσει στο κατάστημα της Θεσσαλονίκης και την Τετάρτη 22/3 στις 9 το βράδυ θα μιλήσει στο κατάστημα της Αθήνας. Ο Χουάν Πάμπλο Εσκομπάρ έχει αλλάξει επισήμως το όνομά του (το ίδιο έκαναν η μητέρα του και η αδελφή του) προκειμένου να μπορέσει να επιβιώσει χωρίς αυτό το βάρος, και σήμερα λέγεται Χουάν Σεμπαστιάν Μαροκίν. Στο βιβλίο του ασχολείται ταυτόχρονα τόσο με τη μυθιστορηματική ζωή του πατέρα του, τον οποίο τον κρίνει αυστηρά και ψύχραιμα, όσο και με τις δικές του, εξίσου μυθιστορηματικές περιπέτειες μέχρι να βρει ένα μονοπάτι επιβίωσης και αυτοκαθορισμού στη ζωή. Μετά τη δολοφονία του πατέρα του το 1993, όταν ο Πάμπλο Εσκομπάρ ήταν 44 χρονών και ο ίδιος μόλις 16, ο φόβος και για τη δική τους ζωή οδήγησε την υπόλοιπη οικογένεια πρώτα στη Μοζαμβίκη και έπειτα στην Αργεντινή, όπου φυλακίστηκε απλώς και μόνο λόγω συγγένειας με τον πατέρα του αλλά τελικά μπόρεσε να ριζώσει, να γίνει αρχιτέκτονας και να μείνει μέχρι σήμερα εκεί. Ο Πάμπλο Εσκομπάρ είχε τη φήμη ενός «Ρομπέν των Δασών» και, σε μεγάλο βαθμό, ήταν σχεδόν ηρωική μορφή στα μάτια των λαϊκών τάξεων. Έχτιζε νοσοκομεία και γήπεδα (μάλλον περισσότερα γήπεδα παρά νοσοκομεία), μοίραζε χρήματα σε μπόλικο κόσμο, έφτιαχνε πλατείες και έκανε δενδροφυτεύσεις! Ταυτόχρονα βέβαια φύτευε στο χώμα και τους αντιπάλους του με μοναδική ευκολία (σε χιλιάδες μετριούνται τα θύματά του), ζούσε επίσης πολυτελώς, φρόντιζε την οικογένειά του αλλά και την προσωπική του διασκέδαση με μεγάλα πάρτι και ωραίες γυναίκες, χωρίς όμως ποτέ να αποτελέσει μέρος –αν και κάποιες φορές το προσπάθησε χωρίς επιτυχία, πιο πολύ από πίκα παρά από πραγματική επιθυμία- της «καλής κοινωνίας». Φρόντισε να μάθει όλα τα στάδια της «δουλειάς»: βρήκε προμηθευτές πάστας κοκαΐνης σε διάφορες χώρες (Κολομβία, Περού, Βολιβία), δημιούργησε εργαστήρια επεξεργασίας της στην ευρύτερη περιοχή του Μεντεγίν που ήταν η έδρα του αλλά, εκεί που υπήρξε πραγματικά αξεπέραστος, ήταν στη διεθνή μεταφορά της. Κατόρθωσε να φτιάξει φοβερά δίκτυα χρησιμοποιώντας αεροπλάνα, παράνομα ιδιωτικά αεροδρόμια, πλοία, φουσκωτά κ.λπ., με προορισμό, πάντα, το Μαϊάμι. Οι σχετικές περιγραφές είναι από τις καλύτερες του βιβλίου. Είχε για παράδειγμα φτιάξει μια κρυφή πίστα προσγείωσης-απογείωσης μήκους χιλίων μέτρων κάπου στην εξοχή. Όταν πετούσαν ελικόπτερα της αστυνομίας από πάνω έβλεπαν μόνο ένα λιβάδι με ένα αγροτόσπιτο στη μέση, αλλά το αγροτόσπιτο ήταν πάνω σε τρέιλερ και με τη βοήθεια ενός φορτηγού, το μετακινούσαν για να ανοίξει η πίστα. Ενώ το λιβάδι ήταν απλώς χορτάρι που είχαν φυτέψει οι άνθρωποι του Εσκομπάρ για να κρύψουν την πίστα. Αν η μεταφορά γινόταν νύχτα, οι πολυπληθείς αυτοί άνθρωποι άναβαν δεκάδες φακούς και δαυλούς κατά μήκος των δύο πλευρών του διαδρόμου στις δύο άκρες του οποίου τοποθετούσαν στεφάνια σαν του τσίρκου, αναμμένα με βραδύκαυστο καύσιμο, για να οριοθετούν την πίστα. Το μεγαλύτερο λάθος του Εσκομπάρ, λέει ο γιος του, ήταν ότι ανακατεύτηκε με την πολιτική. Αυτό το έκανε όταν ακόμα δεν υπήρχε καμία κατηγορία εναντίον του, αλλά τον έθεσε στο επίκεντρο του ανταγωνισμού και οι εφημερίδες αποκάλυψαν τις δραστηριότητές του. Τον κυνήγησε ένας Υπουργός Δικαιοσύνης και ο Εσκομπάρ έκανε το δεύτερο μεγάλο λάθος του: τον σκότωσε. Από εκεί και πέρα είχε πίσω του τους πάντες. Η τελική πτώση του ήταν προϊόν ευρύτερων συμμαχιών και προδοσίας: η DEA, δηλαδή η αμερικανική υπηρεσία δίωξης ναρκωτικών, συνεργάστηκε με αντίπαλο καρτέλ άλλης κολομβιανής πόλης αλλά και με… τον αδελφό του, τον Ρομπέρτο Εσκομπάρ, στον οποίο και την οικογένειά του έμεινε, καθώς φαίνεται, το μεγαλύτερο μέρος της αμύθητης περιουσίας. Ο Χουάν Σεμπαστιάν Μαροκίν, του οποίου, όπως ο ίδιος λέει, τα τελευταία λεφτά κατασχέθηκαν από τις αργεντίνικες αρχές, έμαθε να ζει από τη δουλειά του, στην αρχή με χίλια δολάρια το μήνα (που κάποτε ήταν γι’ αυτόν δύο φιλοδωρήματα) και αργότερα με περισσότερα. Όπως γράφει, «το παράνομο χρήμα φέρνει μονάχα τραγωδίες». Κάτι, πάντως, που δεν επιβεβαιώνεται σε όλες τις περιπτώσεις…"

Βιβλιοφάγος