Τα «Ουγγρικά Ψάρια» του Γιάννη Πλιώτα – Ζωή σαν περιπέτεια

Περίληψη: Ένα τηλεφώνημα και μία απαγωγή: τόσο απλά μπορούν ν’ αλλάξουν όλα από τη μία μέρα...

Ένα τηλεφώνημα και μία απαγωγή: τόσο απλά μπορούν ν’ αλλάξουν όλα από τη μία μέρα στην άλλη και ν’ αποκτήσουν νόημα οι ζωές ανθρώπων που ακροβατούσαν ανάμεσα στη ρουτίνα και τη βαρεμάρα, όπως αυτή του Γιάννη και του Μάγου. Ο Γιάννης Πλιώτας, ο συγγραφέας που έβαλε τον εαυτό του ως κεντρικό πρωταγωνιστή του βιβλίου, έφτιαξε ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα που μπορεί να διαβαστεί και ως συλλογή διηγημάτων. Με χιούμορ, λεπτή ειρωνεία και σαρκασμό, φτιάχνει ήρωες απλούς και καθημερινούς, που θέλουν να δοκιμάσουν πράγματα και να προλάβουν να ζήσουν. Έστω κι αν μπλέκουν σε περιπέτειες. Αυτή δεν είναι, άλλωστε, η νοστιμιά της ζωής;
Χάιδεψα την παραλία, ξέπλυνα τη ματιά μου στα κύματα, άγγιξα τις γραμμές του ορίζοντα, έφτασα μέχρι τις τολύπες των σωριασμένων στο στερέωμα σύννεφων.
Πολιτικές συζητήσεις, μπόλικο ποτό, φλερτ, ποσταρίσματα στο facebook, i-phones και playstation αναμειγνύονται αριστοτεχνικά με τον Ναπολέων Ζέρβα, τον Άρη Βελουχιώτη, τον Ρήγα Φεραίο, τον Ντοστογιέφσκι και τον Τζιμ Μόρισον. Ένα, εκ πρώτης όψεως, αταίριαστο περιβάλλον, που όμως ο συγγραφέας εφευρίσκει τρόπο να συγκολλήσει για να μιλήσει με πρωτοτυπία για όσα συμβαίνουν γύρω μας. Ο Χάκερ, που φοράει «φανέλες της Εθνικής Γιουγκοσλαβίας ή της Λάτσιο», έχει μπλέξει. Ποτέ δεν μαθαίνουμε ακριβώς που, αν και δηλώνεται με ξεκάθαρο τρόπο πως το μπλέξιμό του έχει σχέση «με το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας, το μνημόνιο, το δίπολο ευρώ-δραχμή εν γένει». Ο Γιάννης, ο Μάγος, ο Βρύζας, η Μικρή, ο Αντώνης ο Αλεξίσφαιρος και μερικοί άλλοι που... δεν ξέρουν ακριβώς τι κάνουν, προσπαθούν να σώσουν τον Χάκερ από τα δίχτυα αυτού του ορατού και ταυτόχρονα αόρατου εχθρού. Υπάρχει χειρότερος πράγμα από το να είναι δισυπόστατος ο εχθρός;Τα «Ουγγρικά Ψάρια», καινοφανής τίτλος του οποίου το πώς και το γιατί ξετυλίγεται μέσα στο βιβλίο, μοιάζουν ώρες ώρες να ξεπορτίζουν από τη θάλασσα και να σουλατσάρουν στην στεριά. Σαν να ιχνηλατούν τα όριά τους και να ψάχνουν να ανακαλύψουν έναν άλλο κόσμο. Σαν να θέλουν να πάρουν τη θέση μας στο τραπέζι και να μετατρέψουν εμάς ως το μεζέ στα πιάτα. Σαν η απαγωγή να είναι η περιρρέουσα ασφυκτική ατμόσφαιρα και η σωτηρία στο τέλος να δείχνει πως αν κρατήσουμε ζωντανή τη φλόγα της αλληλεγγύης, ίσως βρούμε τον τρόπο να προχωρήσουμε μπροστά.
«Τα ουγγρικά ψάρια έχουν τιμή, ρε φίλε», είπε με παράπονο. Σε αυτό θα μπορούσα να συμφωνήσω. Φτηνό ψάρι γενικά. «Το ουγγρικό ψάρι δεν θα πουλήσει ποτέ το άλλο ουγγρικό ψάρι».
Τα «Ουγγρικά Ψάρια» αποτελούν ένα παλλόμενο μυθιστόρημα, όπου κυριαρχεί ο νατουραλισμός, με διακριτά τοπία και εικόνες του αστικού περιβάλλοντος. Οι χαρακτήρες του δεν δυσφορούν και δεν διαμαρτύρονται, παρότι ώρες ώρες μοιάζουν παράταιροι μέσα σε ένα γενικότερο γιορτινό κλίμα ευφορίας. Τι γίνεται, όμως, αν η γιορτή δεν υπήρξε στην πραγματικότητα ποτέ; Ποιος είναι ο παράταιρος και ποιος όχι σε έναν κόσμο, όπου οι αδύναμοι πρέπει να πεθαίνουν για να γίνουν οι δυνατοί ακόμα πιο δυνατοί;
Προχώρησε προς την πόρτα του παρηκμασμένου ροκάδικου. Αφού μπερδεύτηκε με το αν ανοίγει προς τα μέσα ή προς τα έξω, τελικά την έσπρωξε και βγήκε. Έφυγε. Εγώ έμεινα. Τέλος.
Ο Γιάννης Πλιώτας μοιάζει να αρνείται τη βεβαιότητα και να ψάχνει το άγνωστο, ώστε αν κάποιος τον ρωτήσει «Τι κάνεις στη ζωή σου;» να είναι σε θέση να απαντήσει: «Ε… τίποτα μάλλον. Λίγη ποίηση. Λίγη πάλη των τάξεων. Λίγες απαγωγές. Λίγο Lada. Ξέρεις. Τα κλασικά».Ίσως αυτά τα… «κλασικά» να έχουμε ανάγκη σήμερα περισσότερο από ποτέ. Γι’ αυτό και είμαστε μετέωροι σε έναν κόσμο που ψάχνει να μας εξαφανίσει. Σαν το πιράνχας που βγαίνει από το ενυδρείο και πίνει τσίπουρο στον καναπέ του Γιάννη. Αυτό το πιράνχας, αν το καλοσκεφτούμε, συμβολίζει τις απεριόριστες δυνατότητες που κρύβουμε όλοι οι άνθρωποι μέσα μας. Είναι ο εαυτός μας, που είτε από πίεση και άγνοια, είτε από πείσμα και εγωισμό, τον αφήνουμε να βαλτώνει. Έλα, όμως, που δεν το αξίζει. Έλα που ακόμα και το πιο «δυσπροσάμοστο πιράνχας» θ' αλλάξει όταν το βγάλουμε από το ενυδρείο και το πετάξουμε στην ανοιχτή θάλασσα... αν και για το τελευταίο δεν είμαι και απόλυτα σίγουρος.Και μετά; Τι θα γίνει μετά;Μετά... μπορεί οι «κουρτίνες της φοιτήτριας απέναντι ν' ανοίξουν» και ύστερα… να μας φωνάξει και για καφέ. Σωστά, Γιάννη;Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα και θα το βρείτε στο Public.

Παναγιώτης Κολέλης, συγγραφέας