Η γιορτή της ποίησης
“Την ποίηση καθιερώθηκε να τη γιορτάζουμε σε συγκεκριμένη ημερομηνία, στις
21 Μαρτίου, μαζί με τον ερχομό της άνοιξης. Μια μέρα δεν αρκεί, βέβαια, γι’ αυτό και οι γιορτές επεκτείνονται σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του Μαρτίου, αν και το ερώτημα
γιατί να γιορτάζουμε ειδικά την ποίηση και όχι λ.χ. το μυθιστόρημα ή το δοκίμιο παραμένει θεωρητικά αναπάντητο.
Υπάρχουν, βέβαια, οι προφανείς λόγοι: το μυθιστόρημα είναι το πιο διαδεδομένο λογοτεχνικό είδος, το διαβάζουν όλοι, δεν έχει ανάγκη υποστήριξης, γιορτάζει εκ των πραγμάτων κάθε μέρα. Το δοκίμιο είναι συνυφασμένο με τη σοβαρότητα, την τεκμηρίωση, την επιστημονικού τύπου δουλειά, δεν του αρέσουν οι γιορτές, συνδέεται, στα μάτια των περισσoτέρων πιο πολύ με το καθήκον παρά με την ψυχαγωγία,.
Αντίθετα, η ποίηση, την οποία ένα μέρος του κοινού συνδέει με τον
ρομαντισμό, με την ελευθεριότητα και την ψυχαγωγία, κατά τρόπο οξύμωρο
εκτιμάται πολύ αλλά διαβάζεται λίγο. Εξ ου και η ανάγκη να τιμάται ετησίως, να μην ξεχνιέται η σπουδαιότητά της, αντίθετα να δημιουργείται μια υπόμνηση των παλαιότερων μεγαλείων της με την ελπίδα να ξαναζήσει κάποτε ξανά ημέρες δόξας.
Γιατί όσο και αν σήμερα το ξεχνάμε,
η ποίηση ήταν το βασικό είδος λογοτεχνικής έκφρασης για τη συντριπτική πλειοψηφία των αιώνων της ανθρώπινης ιστορίας και μόνο τους τελευταίους δύο-τρεις αιώνες εκτοπίστηκε από τη δύναμη του μυθιστορήματος. Και αυτός ο εκτοπισμός δεν αντιπροσωπεύει απλώς την επιβλητική νίκη ενός λογοτεχνικού είδους σε σχέση με ένα άλλο, είναι μια
βαθύτερη πολιτισμική αλλαγή. Είναι η νίκη ενός αστικού τρόπου ζωής απέναντι στον παραδοσιακό αγροτικό, είναι η νίκη του
ορθολογισμού και των συγκροτημένων σχεδίων απέναντι στον αυθορμητισμό, το στιγμιαίο ξεπέταγμα, τη μετάδοση των παραδόσεων από γενιά σε γενιά, το κυνήγι επίσης του εφήμερου και του φευγαλέου.
Σε λίγες μέρες θα βρίσκεται στην Ελλάδα ένας ποιητής που προσπαθεί τροποντινά να συγκεράσει τους δύο αυτούς κόσμους, ένας ποιητής που, στη χώρα του, τη Γερμανία, αν και μόλις 45 ετών, αν και μόλις «βρέφος» για τα δεδομένα της ποίησης και των τιμών της, έχει ήδη αποσπάσει τα μεγαλύτερα βραβεία, ακόμη και το «
Γκέοργκ Μπύχνερ», ακόμα και βραβεία που ποτέ ως τώρα δεν απονεμήθηκαν σε ποιητές. Είναι ο
Γιαν Βάγκνερ, που ζει στο Βερολίνο και του οποίου δίγλωσση ανθολογία ποιημάτων, με τίτλο «
Το σπουργίτι του Γκέρικε», κυκλοφορεί στις 22 Μαρτίου από τις εκδόσεις Κίχλη, σε απόδοση και με σχόλια και επίμετρο του Κώστα Κουτσουρέλη.
Ο Βάγκνερ χρησιμοποιεί την τέχνη της αφήγησης, χρησιμοποιεί την τεχνική της ύπαρξης αφηγητή, όπως στα μυθιστορήματα, ως πρόσχημα όμως εντέλει, ως κλείσιμο του ματιού, γιατί αυτό που περιγράφει δεν είναι ολόκληρες ιστορίες, είναι
μικρά στιγμιότυπα της καθημερινότητας τα οποία φωτίζει με τον δικό του, μοναδικό τρόπο, ενώ οι όποιες ιστορίες, μένουν με τόσο πολλά κενά ώστε να χρειάζονται πραγματική κινητοποίηση της φαντασίας, από μεριάς αναγνώστη, ώστε να ολοκληρωθούν.
Ο Βάγκνερ, που θα μιλήσει στο κοινό στις 23 Μαρτίου στο Ινστιτούτο Γκαίτε της Αθήνας (19.30), στρέφεται ακόμη και σε τετριμμένες κινήσεις της καθημερινής ζωής, ακόμη και σε πράγματα εντελώς χρηστικά, όπως το «φακελάκι τσαγιού», για παράδειγμα, θέλοντας να δείξει ότι η ποίηση, η ομορφιά, η αλήθεια, κρύβονται παντού – και γύρω μας. Λέει στο ομώνυμο ποίημα:
I ένα σακί μόνο φοράει. ερημίτης σε σπηλιά τόση δα.
II κρέμεται από μια κλωστή. του δίνουμε πέντε λεπτά.
Με το χρόνο, αυτά τα ανελέητα πέντε λεπτά ζωής του τσαγιού, ασχολείται στο βιβλίο της που μόλις κυκλοφόρησε η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ «
Των αντιθέτων διάλογοι και με τον ανήλεο χρόνο» (Καστανιώτης). Η ποιήτρια, όπως και αρκετοί πια ποιητές της ευρύτερης ζώνης της γενιάς του ’70, έχει βγάλει ήδη
τόμο με τα άπαντά της από τις ίδιες εκδόσεις. Ο Ντίνος Σιώτης το έκανε μόλις πριν από λίγες μέρες με
σκληρόδετη έκδοση στον Κέδρο ενώ άλλοι εκπρόσωποι της ίδιας περίπου γενιάς που έχουν προβεί σε συγκεντρωτική έκδοση ποιημάτων, είναι, σε μια πρόχειρη καταμέτρηση, η
Ζέφη Δαράκη (Νεφέλη), ο
Μιχάλης Γκανάς (Μελάνι), ο αείμνηστος
Γιάννης Κοντός (Τόπος), ο
Νάσος Βαγενάς (Κέδρος), ο
Κώστας Παπαγεωργίου (το έκανε μάλιστα σχετικά πρόωρα, στις εκδόσεις Αλεξάνδρεια), ο
Αντώνης Φωστιέρης (Καστανιώτης), ο
Μανόλης Πρατικάκης (Μεταίχμιο), ο
Χριστόφορος Λιοντάκης (Γαβριηλίδης).
Οι νεότερες γενιές είναι και αυτές πολύ δραστήριες ποιητικά έτσι ώστε να δικαιούμαστε να πούμε ότι, έστω και αν οι πολλές δημοσιεύσεις απάντων παραπέμπουν σε τέλος εποχής, η ποίηση στην Ελλάδα είναι κάτι παραπάνω από ζωντανή και ενδιαφέρουσα.„
Βιβλιοφάγος