Περίληψη: Ο Μιχάλης Ροκίδης, επιστημονικός συνεργάτης του e-professor.gr, μας αναλύει πώς μπορεί η επικοινωνία παιδιών, καθηγητών, και γονέων να γίνει πιο εποικοδομητική.
15 Σεπτεμβρίου , 2023 • 5 MINS READ
15 Σεπτεμβρίου , 2023 • 5 MINS READ
Περίληψη: Ο Μιχάλης Ροκίδης, επιστημονικός συνεργάτης του e-professor.gr, μας αναλύει πώς μπορεί η επικοινωνία παιδιών, καθηγητών, και γονέων να γίνει πιο εποικοδομητική.
Ο σύγχρονος τρόπος ζωής και οι αυξανόμενες ανάγκες της αγοράς εργασίας δημιουργούν στους μαθητές κάθε ηλικίας την ανάγκη της επιτυχίας, γεμίζοντάς τους με «πρέπει» και κατ’ επέκταση με άγχος και ευθύνες πάνω και πέρα από αυτό που θα μπορέσουν να αντέξουν. Οι παράγοντες που συντελούν στην επιτυχία ή την αποτυχία είναι πολλοί και διάφοροι, οι παράμετροι ακόμα περισσότερες και σύνθετες. Μία παράμετρος που πολύ συχνά λησμονείται είναι η σωστή επικοινωνία μαθητών και γονέων με τους καθηγητές. Με αφορμή τη νέα σχολική χρονιά που μόλις ξεκίνησε, ο Μιχάλης Ροκίδης, Μαθηματικός και επιστημονικός συνεργάτης του e-professor.gr, μας μιλά στο σημερινό άρθρο για το πολύ σημαντικό αυτό κομμάτι και μοιράζεται συμβουλές για το πώς πρέπει οι μαθητές, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί να προσεγγίζουν την επικοινωνία μεταξύ τους.
Μερικές δεκαετίες πίσω, ένας εκ των καθηγητών μου συνήθιζε να λέει: «Τα ποσοστά για την επιτυχία ενός μαθητή είναι 60% η δική του προσπάθεια, 30% της οικογένειάς του και 10% η καθοδήγηση των καθηγητών του». Πέρα όμως από το τι πρέπει να κάνει ο καθένας ξεχωριστά, το πιο σημαντικό μήνυμα των λέξεων αυτών είναι η αναγκαιότητα της αρμονίας μεταξύ των τριών αυτών συντελεστών. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, τις περισσότερες φορές η επικοινωνία όλων αυτών είναι από υποτυπώδης έως ανύπαρκτη. Τι θα πρέπει να συμβεί, λοιπόν, ώστε να έχουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα;
Ξεκινώντας από την επικοινωνία μέσα στην οικογένεια, δηλαδή μαθητή και γονέων, το βασικότερο συστατικό είναι η ειλικρίνεια. Θα πρέπει αμφότερες οι δύο πλευρές να έχουν μία ειλικρινή επικοινωνία. Οι μεν μαθητές να μιλούν ανοιχτά για το τι αντιμετωπίζουν, είτε αυτό είναι δυσκολίες στα μαθήματα, είτε κενά παλαιότερων ετών, είτε ακόμα ψυχολογικά φορτία που δημιουργούν οι πολλές απαιτήσεις. Οι δε γονείς πρέπει να αφουγκράζονται τις ανάγκες και τα προβλήματα των παιδιών και όχι να τα αντιμετωπίζουν βάσει των δικών τους βιωμάτων και επιθυμιών. Οι εποχές αλλάζουν, τα παιδιά αλλάζουν και σίγουρα κάθε χαρακτήρας είναι διαφορετικός, οπότε και κάθε μαθητής πρέπει να αντιμετωπίζεται διαφορετικά και κυρίως με γνώμονα τις επιθυμίες του και τις κλίσεις του.
Η ειλικρινής αυτή συνεργασία οδηγεί στο επόμενο βήμα, που δεν είναι άλλο από τη σωστή επικοινωνία μαθητών και εκπαιδευτικών. Κι όταν μιλάμε για εκπαιδευτικούς, καλό θα ήταν να μην διαχωρίζουμε τους εκπαιδευτικούς του σχολείου και του φροντιστηρίου, καθώς όλοι, ο καθένας από το δικό του μετερίζι, επιθυμεί την πρόοδο και την επιτυχία των μαθητών του. Κι εδώ πρέπει ο μαθητής να είναι ειλικρινής, γιατί πώς αλλιώς θα κατανοήσουν οι εκπαιδευτικοί τι πραγματικά χρειάζεται; Ας αναλογιστούμε πως υπάρχουν παιδιά που δεν εξωτερικεύουν το τι έχουν μέσα στο μυαλό τους ή το πώς νιώθουν. Δεν είναι κακό να αναφέρονται τυχόν δυσκολίες ή προβλήματα, ώστε οι εκπαιδευτικοί να μπορούν να εστιάσουν σε αυτά και να προσπαθήσουν να τα επιλύσουν. Ποια άλλωστε είναι η δουλειά του εκπαιδευτικού; Να διδάσκει, αλλά και να διορθώνει τα κακώς κείμενα. Δεν αρκεί όμως μόνο αυτό. Ο μαθητής θα πρέπει να είναι πρόθυμος να ακούσει το τι έχει να πει ο καθηγητής του και να επιτρέψει απρόσκοπτα τη διαδικασία της διδασκαλίας. Να έχει δηλαδή δύο αυτιά κι ένα στόμα, ό,τι δηλαδή του παρείχε με σοφία η φύση. Σίγουρα πολλοί θα πουν πως κάτι τέτοιο είναι αναχρονιστικό ή αντιπαιδαγωγικό, όμως, απ’ την άλλη πλευρά, αναμφισβήτητα η βελτίωση της επίδοσης των μαθητών δεν είναι κάτι το ξεπερασμένο.
Δυστυχώς, η σύγχρονη εποχή προβάλλει ως πρότυπο την ταχύτητα, την ευκολία και την προχειρότητα και όχι τη σύνεση, την απορρόφηση γνώσεων, τη μεθοδικότητα και την υπομονή, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία κριτικής ικανότητας και σκέψης. Κατά συνέπεια, οι μαθητές θα πρέπει να δείχνουν την πρέπουσα προσοχή και αρκετές φορές να ακολουθούν την πεπατημένη που θα τους δώσει τις σωστές κατευθυντήριες γραμμές. Τέλος, οι μαθητές δεν πρέπει να βλέπουν την κριτική ως κάτι προσβλητικό, αλλά ως μέσο βελτίωσής τους και ως έναυσμα για μια πιο ουσιαστική επικοινωνία με τους διδάσκοντές τους.
Από την άλλη μεριά, οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να χτίσουν τις γέφυρες που θα κάνουν τους μαθητές να τους εμπιστευτούν, τόσο σχετικά με την εκπαιδευτική διαδικασία, όσο και με την ψυχολογία τους. Αυτό μπορεί να γίνει με την καθημερινή τριβή, είτε στο χώρο του σχολείου, είτε του φροντιστηρίου. Η διαρκής εξέταση των μαθητών από τους καθηγητές, πέραν από τον χαρακτήρα της αξιολόγησης, είναι και μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να κατανοηθεί κατά πόσο οι μαθητές ανταποκρίνονται στη διδασκαλία των καθηγητών τους, δηλαδή αν κατανοούν, αν μαθαίνουν και σε τι βαθμό μπορούν να αποδώσουν στις απαιτήσεις της σύγχρονης εκπαίδευσης. Η επικοινωνία δεν πρέπει να σταματά εδώ, αλλά ακόμη και εκτός ωρών διδασκαλίας. Τα σύγχρονα προγράμματα παρέχουν τη δυνατότητα αυτή, μιας και είναι πολύ εύκολο να υπάρχει επικοινωνία μεταξύ μαθητών και καθηγητών ανά πάσα στιγμή. Ένα πρόβλημα ή μία απορία μπορεί να λυθεί εν τη γενέσει της με ένα απλό μήνυμα ή μία φωτογραφία μιας άσκησης που είτε έχει λυθεί λάθος, είτε δεν μπορεί να λυθεί.
Το τελευταίο, όμως, και κατά την άποψη μου το πιο δύσκολο κομμάτι επικοινωνίας, είναι αυτό μεταξύ καθηγητών και γονέων. Οι λόγοι για αυτό είναι πολλοί και διαφορετικοί. Ένας από αυτούς είναι ο μεγάλος φόρτος εργασίας των γονέων. Πρέπει λοιπόν να βρίσκεται πάντα χρόνος να υπάρχει είτε φυσική, είτε τηλεφωνική επαφή. Μόνο έτσι θα γίνεται γνωστό εκατέρωθεν τι πραγματικά συμβαίνει με τους μαθητές, στο σχολείο, στο φροντιστήριο ή στο σπίτι και σε συνεργασία να αποφασίζεται η καλύτερη προσέγγιση.
Πολλές φορές λόγω έλλειψης συνεργασίας μαθητών και γονέων, η εικόνα που σχηματίζεται για τα παιδιά στο οικογενειακό περιβάλλον μπορεί να είναι πλασματική. Στην περίπτωση αυτή, ο γονέας πρέπει να είναι δεκτικός να ακούσει την άποψη του εκπαιδευτικού, που μπορεί να είναι εκ διαμέτρου αντίθετη από αυτό που νομίζει. Αυτό είναι ένας ζωτικός παράγοντας για την πρόοδο των μαθητών. Μια στρεβλή εικόνα οδηγεί σε αδιέξοδο και όχι στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Καμιά φορά την στρεβλή αυτή εικόνα τη δημιουργούν τα ίδια τα παιδιά, οπότε η άμεση επικοινωνία εκπαιδευτικού και γονέα είναι κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη.
Τελειώνοντας, θα πρέπει στην επικοινωνία εκπαιδευτικών και γονέων να είναι πρόθυμες και οι δύο πλευρές να ακούσουν πράγματα που δεν θα τους ευχαριστήσουν, γιατί μόνο έτσι θα μπορούν να διαγνωστούν και να αντιμετωπιστούν τυχόν προβλήματα.
Εν κατακλείδι, η επικοινωνία μεταξύ των εκπαιδευτικών με τους γονείς και τους μαθητές είναι ένα σημαντικό κομμάτι για την ουσιαστική πρόοδο των τελευταίων, που δεν πρέπει να αγνοείται για κανένα λόγο και όλοι οι μαθητές και οι γονείς τους να την επιζητούν. Άλλωστε, όλοι οι εκπαιδευτικοί θέλουν να έχουν επιτυχημένους μαθητές.